χμώνας= χειμώνας
χπ'ούν τα τυφάνια= έχει χιονοθύελλα
«Όϊ απόϊρας!» = φουριόζος άνθρωπος
αρχάνου= δροσίζομαι
ανιμουδούρα= ισχυρός άνεμος, ανεμοστρόβιλος, άστατος καιρός
ανιμουσούρ'= ο σωρός από φύλλα, χιόνι ή σκουπίδια που δημιουργήθηκε από τον άνεμο
αν δε βρέξει, θα στάξει= ή πολύ θα είναι ή λίγο, αν δεν γίνει το ένα θα γίνει το άλλο
δεν ξέρει από που βγαίνει ο ήλιος= φράση που χρησιμοποιείται για ανθρώπους με άγνοια ή ανεύθυνους
απόϊρας= τα ορµητικά νερά της βροχής που παρασέρνουν χώµατα«Όϊ απόϊρας!» = φουριόζος άνθρωπος
αρχάνου= δροσίζομαι
ο ήλιος ψήνει για όλους= για όλους υπάρχει ελπίδα
καταρουή= η συνεχής βροχή
τσιόµκα= η χιονόµπαλα
τουλούπις= µεγάλες νιφάδες χιονιού ή βαµβακιού
πιτρίκια= τούφες μαλλιού έτοιµου προς επεξεργασία, αφράτο χιόνι
µότσιαλ’= το λιωµένο χιόνι
ψόφους= η παγωνιά
Μαΐσιους= ο µαγιάτικος ή ο αλλεργικός ανοιξιάτικος βήχας
µαΐσιου= το τελευταίο κρασί από βαρέλι που ανοίγεται το Μάη
καταρουή= η συνεχής βροχή
φάνκιν η δόξα= βγήκε το ουράνιο τόξο
κριτσιάν'= το κρύο
κριτσανιάζου= κρυώνω, παγώνω
απουρρίχνι ου χμώνας= τελειώνει ο χειμώνας
λιβάκουμα= ο καύσωνας
λιβακώνουμι= ζεσταίνομαι
τουλούπις= µεγάλες νιφάδες χιονιού ή βαµβακιού
πιτρίκια= τούφες μαλλιού έτοιµου προς επεξεργασία, αφράτο χιόνι
«έριχνιν χιόν’ σαν πιτρίκια» = έριχνε χοντρό χιόνι
µότσιαλ’= το λιωµένο χιόνι
ψόφους= η παγωνιά
Μαΐσιους= ο µαγιάτικος ή ο αλλεργικός ανοιξιάτικος βήχας
µαϊάτκα= τα λουλούδια που ανθίζουν τον Μάιο
µαΐσιου= το τελευταίο κρασί από βαρέλι που ανοίγεται το Μάη